Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2017

Πόσα πέρασες για εμένα, ρε πατέρα !




Συλλογιέμαι συχνά πόσα έχεις περάσει για εμένα, από όταν γεννήθηκα. Δύσκολες μέρες, που τότε δεν μπορούσα να καταλάβω. Γίνονται εγωιστές τα παιδιά κι αχάριστα πολλές φορές. Νομίζουν πως όσα έχουν είναι δεδομένα. Δεν μπορούν να καταλάβουν πως κάποιος άλλος παλεύει γι’ αυτά.

Όταν αναγκαζόσουν να βγεις έξω στον κόσμο και να παλέψεις με θεούς και δαίμονες για να μη στερηθώ τίποτα, σε κατηγόρησα για έλλειψη προσοχής. Και τη χρησιμοποίησα για χρόνια αυτή τη δικαιολογία για να αυθαδιάζω, να είμαι παιδί ιδιότροπο, μόνιμα παραπονεμένο.

Μα σου μοιάζω τόσο πολύ. Είμαστε, στα αλήθεια, τόσο ίδιοι. Ιδιότροπος κι εσύ. Κλειστός άνθρωπος σαν κι εμένα. Μαλώσαμε, ανταγωνιστήκαμε σε πείσμα κι εγωισμό. Υπήρξαμε βουβοί μπροστά στα συναισθήματα. Ήταν δύσκολη αυτή η κόντρα γιατί, μα το θεό, αγαπηθήκαμε πολύ.

Νοσταλγώ όλο και περισσότερο τις μέρες που ήμουν παιδί, στο παλιό μας σπίτι. Ήμασταν όμορφα εκεί κι ας μην είχαμε τις ανέσεις που έχουμε σήμερα. Τότε ήμασταν όλοι μαζί. Μεγαλώναμε αμέριμνοι χωρίς να ξέρουμε τι χαστούκια θα τρώγαμε απ’ τη ζωή. Κι εσύ πάλευες για να μπορούμε να κάνουμε όνειρα.

Μα ύστερα άρχισα να μεγαλώνω, ρε πατέρα. Έπρεπε να φύγω απ’ τη σιγουριά σου. Έπρεπε να ανοίξω τα δικά μου φτερά. Όπως έκανες κι εσύ κάποτε κι έτσι έγινες αυτό που είσαι σήμερα, αυτό για το οποίο σε θαυμάζω. Τις μέρες που μεγάλωνα, ανοιγόταν ένας σκληρός κόσμος μπροστά μου, που έπρεπε να μάθω να αντιμετωπίζω ανεξάρτητα. Εσύ προσπαθούσες να με κρατήσεις στην ασφάλειά σου από αγάπη, μα εγώ είχα ανάγκη να κάνω λάθη, να μάθω, να σταθώ στα δικά μου πόδια.

Εσύ θύμωνες που με έβλεπες να φεύγω κι εγώ θύμωνα που προσπαθούσες να με κρατήσεις πίσω. Είχες ακόμη ανάγκη το παιδάκι σου, τον ρόλο του πατέρα, χρειαζόσουν κάποιον να προστατεύεις. Εγώ πάλευα να γίνω το δυνατό, ανεξάρτητο πρότυπο που είχα από εσένα. Προσπαθούσα πάντα και προσπαθώ ακόμα -γιατί στην πραγματικότητα δεν έγινα ποτέ. Ήξερα πάντα πως μπορώ να ακροβατώ όσο γουστάρω εκ του ασφαλούς, μα αν έκανα να πέσω θα με κρατούσες εσύ. Το δίχτυ ασφαλείας μου. Ο φύλακάς μου.

Κατάλαβα με τα χρόνια πως οι τόσο ίδιες μας αντιδράσεις, το τόσο ίδιο πείσμα μας, έκρυβε μια τεράστια αγάπη. Μια αδυναμία που δεν μπορούσε να εκφραστεί. Γιατί αδιάφοροι δεν υπήρξαμε ποτέ. Έκρυβε επίσης δυο ανθρώπους τόσο ευαίσθητους, που τρόμαζαν κι οι ίδιοι οπότε το έπαιζαν σκληροί.




Σε έψαχνα σε κάθε μου συναναστροφή, ασυναίσθητα παλαιότερα, συνειδητά τώρα. Υπάρχουν όντως οι άντρες με μπέσα, με φιλότιμο και παλικαριά. Υπάρχουν, αφού υπάρχεις εσύ. Υπάρχουν, τους έχω δει, τους έχω ζήσει μέσα από εσένα. Πώς να ονομάσω αρσενικό τον κάθε «λίγο» που περνάει από δίπλα μου; Έτσι με έμαθες, αυτά τα πρότυπα πήρα. Πώς να συμβιβαστώ με κάτι λιγότερο; Δεν μπορώ.

Γι’ αυτό κράτα, πατέρα. Σε χρειάζομαι ακόμα. Κράτα τώρα περισσότερο από ποτέ. Έχουμε δρόμο μπροστά μας. Μα μη μου φοβάσαι. Όταν δε θα μπορείς πια, θα κρατάω εγώ για εσένα. Θα κάνω εγώ όσα μου έμαθες. Σου χρωστάω πολλά κι όταν έρθει η ώρα θα είμαι εκεί να στα ξεπληρώσω, να το θυμάσαι.

Θέλω να προλάβω να σου πω πόσο σε θαυμάζω. Να καταλάβεις πόσο απέραντα σε αγάπησα, πριν μου φύγεις. Όσο σε έχω ακόμα δίπλα μου, όσο έχω τη χαρά να σε βλέπω να μεγαλώνεις. Φεύγουνε ξαφνικά οι άνθρωποι, το μάθαμε καλά αυτό. Μας τσάκισε και μας μαλάκωσε ταυτόχρονα. Και τρέμω στην ιδέα πως ο σημαντικότερος άνθρωπος της ζωής μου, το στήριγμά μου, αυτός που με έκανε αυτό που είμαι, κάποτε δε θα είναι εδώ.

Φοβάμαι τόσο την ώρα που ο άντρας χάρη στον οποίο μπορώ να κάνω τα πάντα, που εξαιτίας του μπορώ να παλέψω με θεριά, που έχοντας πάρει λίγη απ’ τη δική του πάστα πίστεψα πως μπορώ να πετύχω οτιδήποτε, δε θα είναι δίπλα μου, να του απλώσω το χέρι όταν τον έχω ανάγκη. Είναι ώρα πια να προχωρήσουμε μαζί, πατέρα, οι δυο μας, ενωμένοι. Έχουμε χρέος να το κάνουμε, γι’ αυτούς που μας χρειάζονται. Για όσο αντέχεις, ώσπου να πάρω εγώ τη σκυτάλη. Να θυμάσαι πάντα πως όταν με ρωτάνε ποιος είναι ο άνθρωπος της ζωής μου, μικραίνουν όλοι και γίνεσαι τεράστιος εσύ.

Υ.Γ. Ίσως αυτά να σου τα λέει η κόρη σου, που πάντα θα ψάχνει κάποιον σαν κι εσένα. Ή ίσως να στα λέει ο γιος σου, που πάντα προσπαθούσε να σου μοιάσει. Κι οι δυο σε ευχαριστούν και σε αγαπάνε πολύ, μπαμπά.

Συντάκτης: Κωνσταντίνα Γρημάνη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη   


ΠΗΓΗ